Toυ Γιάννη Βαρουφάκη
«Σας παίρνω γιατί ντρέπομαι και νιώθω την ανάγκη να σας το πω. Ήμουν φοιτητής σας, αλλά, τι να κάνω, αυτήν τη δουλειά βρήκα». Κάπως έτσι ξεκίνησε η τηλεφωνική μου συνομιλία με απόφοιτο του τμήματός μου (του Πανεπιστημίου Αθηνών) μερικές ώρες μετά την ανάρτηση άρθρου μου για συγκεκριμένη τράπεζα με θέμα τη συγκάλυψη παρανομιών της (και, μάλιστα, την επιβράβευσή της με δημόσια περιουσία) από την κυβέρνηση, την Τράπεζα της Ελλάδος και την Τρόικα. Το άρθρο είχε γραφτεί την προ-προηγούμενη μέρα και, προς έκπληξή μου, αν και στάλθηκε έγκαιρα, δεν είχε αναρτηθεί.
Μου είπαν από την «αρχισυνταξία» του συγκεκριμένου ιστότοπου ότι υπήρξε μια «διστακτικότητα», καθώς η εν λόγω τράπεζα ήταν χορηγός του. Δύο ώρες μετά την εντονότατη απάντησή μου, μου ανακοινώθηκε ότι επρόκειτο για «παρεξήγηση» και ότι το άρθρο θα ανέβαινε κανονικά με μια μέρα καθυστέρηση. Όπερ και εγένετο. Φανταστείτε το πλατύ χαμόγελό μου όταν διαπίστωσα ότι το μπάνερ πάνω από το άρθρο μου, όταν εν τέλει δημοσιεύτηκε, ήταν μια φαρδιά-πλατιά διαφήμιση της τράπεζας στην οποία αναφερόταν!
«Δεν έχουν τον Θεό τους!» αναφώνησα, αν και μόνος στο γραφείο. Και να 'ταν μόνο αυτό; Εντός πέντε λεπτών, πριν προλάβει κάποιος να διαβάσει το άρθρο, το twitter κατακλείστηκε από εκατοντάδες μηνύματα «αποδόμησης» τόσο δικής μου, σε προσωπικό επίπεδο, όσο και του άρθρου. Καθώς τα έβλεπα να κατακλύζουν το ελληνικό Διαδίκτυο, ξαναχαμογέλασα και επέστρεψα στη δουλειά μου. Έως ότου χτύπησε το τηλέφωνο και άρχισα να συνομιλώ με τον προαναφερθέντα τέως φοιτητή μου. Αφού μου είπε ότι ντρεπόταν, ξεκίνησε να μου εξηγεί τους λόγους του: «Εργάζομαι εδώ και κάποιους μήνες στο γραφείο Τύπου της τράπεζας για την οποία γράψατε. Κάποια στιγμή χτες το απόγευμα μας μάζεψαν, μας μοίρασαν το άρθρο σας (σημ. πριν... αναρτηθεί) και μας ζήτησαν να ετοιμάσουμε tweets και σχόλια αποδόμησής σας. Με ρώτησαν, μάλιστα, αν σας είχα ποτέ καθηγητή στο πανεπιστήμιο, γνωρίζοντας ότι είμαι απόφοιτος του Καποδιστριακού. Είπα ψέματα ότι δεν σας είχα πετύχει. Σήμερα που αναρτήθηκε το άρθρο σας, από τις οκτώ το πρωί τρεις από εμάς ασχολούμαστε συνεχώς με το να ανεβάζουμε στο Twitter τα ήδη έτοιμα μηνύματα και να απαντάμε χυδαία σε όποιον τολμήσει να σας υπερασπιστεί. Έπρεπε να σας το πω. Νιώθω τύψεις γι' αυτό που κάνω, αλλά, κ. Βαρουφάκη, αυτήν τη δουλειά βρήκα με το πτυχίο του τμήματός μας. Άλλα όνειρα είχα, αλλά τι να κάνω, δόξα τω Θεώ λέω».
Είπαμε κι άλλα, αφού τον καθησύχασα ότι όχι μόνο δεν τον κακίζω αλλά και ότι του συνιστώ, σε χαλεπούς καιρούς σαν τους τωρινούς, να κρατήσει τη δουλειά του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα πείσει τον εαυτό του πως το έργο που επιτελεί στο γραφείο Tύπου της τράπεζας είναι... καλόν, αγαθόν και θεάρεστον. Πριν κλείσουμε, τον ρώτησα: «Τουλάχιστον, πληρώνεσαι καλά;». Μου απαντά: «Επτακόσια το μήνα, μείον το ΤΕΒΕ, καθώς μας έχουν εδώ, υποχρεωτικά, με δελτίο παροχής». Για αρκετή ώρα με κατέλαβε μια περίεργη θλίψη. Θλίψη που ένας νέος άνθρωπος, από εκείνους που συναντούσα δύο φορές την εβδομάδα στο αμφιθέατρο της Σίνα, και που έκανα ό,τι μπορούσα να του μεταφέρω τη μαγεία της οικονομικής ανάλυσης, αναγκαζόταν να αρνηθεί ότι με είχε ποτέ καθηγητή.
Μακάρι να έλεγε «τον είχα κι ήταν άθλιος» ή «η επιστημονική του κατάρτιση ήταν της πλάκας». Όσο και να με στενοχωρούσε μια τέτοια αρνητική κρίση φοιτητή μου, θα εμπεριείχε ένα συστατικό ελεύθερης έκφρασης, προσωπικής κρίσης, ακόμα και μια προσπάθεια να εξαργυρώσει σ' ένα επαγγελματικό περιβάλλον εχθρικό προς εμένα το γεγονός ότι έτυχε να με γνωρίσει στο πανεπιστήμιο. Το ότι δαγκώθηκε, όμως, και αρνήθηκε ότι με είχε καθηγητή του για να μη χρειαστεί να πει αρνητικά πράγματα για μένα ή, ακόμα χειρότερα, ότι πιέστηκε να δώσει «στοιχεία και υλικό» στον προϊστάμενό του, αυτό με διαπέρασε ως δόρυ πύρινης θλίψης.
Το περιστατικό αυτό, πέραν των όσων καταμαρτυρεί για την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου και της δημοκρατίας στην Ελλάδα της Κρίσης, έχει γενικότερα διδάγματα για την οικουμένη ολόκληρη. Τείνουμε να θεωρούμε ότι το Διαδίκτυο εκδημοκρατίζει την κοινωνία και υπόσχεται νέες μορφές ηλεκτρονικής δημοκρατίας (ένα από τα αγαπημένα πρότζεκτ του Γιώργου Παπανδρέου, όπως καλά γνωρίζουν οι συνεργάτες του). Είναι αλήθεια ότι το Διαδίκτυο δίνει βήμα στον καθένα μας και διαχέει την πληροφορία και την άποψη σε όλες τις γωνιές της Γης με ταχύτητα φωτός. Όμως, αυτό δεν ενισχύει μόνο τη δημοκρατία. Ενισχύει, παράλληλα, και τους ισχυρότατους εχθρούς της. Όταν τα οργανωμένα συμφέροντα νιώσουν να απειλούνται, έχουν τους πόρους να «απαγάγουν» το Διαδίκτυο, στέλνοντας στα ουράνια αυτό που οι μηχανικοί ονομάζουν «λόγο θορύβου-σήματος». Όπως οι χάκερ βομβαρδίζουν έναν ιστοτόπο με αιτήσεις πρόσβασης, έως ότου τον βγάλουν νοκ άουτ, έτσι και τα τρολ καταποντίζουν τον δημόσιο διάλογο σε βούρκο κόπρου, έως ότου όλα φαίνονται καφέ και τίποτα δεν ξεχωρίζει ως αληθινό. Στην χώρα μας, όπου η εργασία έχει γίνει φτηνή και παρέχεται ευτελώς με δελτίο παροχής, ο κίνδυνος για τη δημοκρατία είναι μεγαλύτερος.
«Σας παίρνω γιατί ντρέπομαι και νιώθω την ανάγκη να σας το πω. Ήμουν φοιτητής σας, αλλά, τι να κάνω, αυτήν τη δουλειά βρήκα». Κάπως έτσι ξεκίνησε η τηλεφωνική μου συνομιλία με απόφοιτο του τμήματός μου (του Πανεπιστημίου Αθηνών) μερικές ώρες μετά την ανάρτηση άρθρου μου για συγκεκριμένη τράπεζα με θέμα τη συγκάλυψη παρανομιών της (και, μάλιστα, την επιβράβευσή της με δημόσια περιουσία) από την κυβέρνηση, την Τράπεζα της Ελλάδος και την Τρόικα. Το άρθρο είχε γραφτεί την προ-προηγούμενη μέρα και, προς έκπληξή μου, αν και στάλθηκε έγκαιρα, δεν είχε αναρτηθεί.
Μου είπαν από την «αρχισυνταξία» του συγκεκριμένου ιστότοπου ότι υπήρξε μια «διστακτικότητα», καθώς η εν λόγω τράπεζα ήταν χορηγός του. Δύο ώρες μετά την εντονότατη απάντησή μου, μου ανακοινώθηκε ότι επρόκειτο για «παρεξήγηση» και ότι το άρθρο θα ανέβαινε κανονικά με μια μέρα καθυστέρηση. Όπερ και εγένετο. Φανταστείτε το πλατύ χαμόγελό μου όταν διαπίστωσα ότι το μπάνερ πάνω από το άρθρο μου, όταν εν τέλει δημοσιεύτηκε, ήταν μια φαρδιά-πλατιά διαφήμιση της τράπεζας στην οποία αναφερόταν!
«Δεν έχουν τον Θεό τους!» αναφώνησα, αν και μόνος στο γραφείο. Και να 'ταν μόνο αυτό; Εντός πέντε λεπτών, πριν προλάβει κάποιος να διαβάσει το άρθρο, το twitter κατακλείστηκε από εκατοντάδες μηνύματα «αποδόμησης» τόσο δικής μου, σε προσωπικό επίπεδο, όσο και του άρθρου. Καθώς τα έβλεπα να κατακλύζουν το ελληνικό Διαδίκτυο, ξαναχαμογέλασα και επέστρεψα στη δουλειά μου. Έως ότου χτύπησε το τηλέφωνο και άρχισα να συνομιλώ με τον προαναφερθέντα τέως φοιτητή μου. Αφού μου είπε ότι ντρεπόταν, ξεκίνησε να μου εξηγεί τους λόγους του: «Εργάζομαι εδώ και κάποιους μήνες στο γραφείο Τύπου της τράπεζας για την οποία γράψατε. Κάποια στιγμή χτες το απόγευμα μας μάζεψαν, μας μοίρασαν το άρθρο σας (σημ. πριν... αναρτηθεί) και μας ζήτησαν να ετοιμάσουμε tweets και σχόλια αποδόμησής σας. Με ρώτησαν, μάλιστα, αν σας είχα ποτέ καθηγητή στο πανεπιστήμιο, γνωρίζοντας ότι είμαι απόφοιτος του Καποδιστριακού. Είπα ψέματα ότι δεν σας είχα πετύχει. Σήμερα που αναρτήθηκε το άρθρο σας, από τις οκτώ το πρωί τρεις από εμάς ασχολούμαστε συνεχώς με το να ανεβάζουμε στο Twitter τα ήδη έτοιμα μηνύματα και να απαντάμε χυδαία σε όποιον τολμήσει να σας υπερασπιστεί. Έπρεπε να σας το πω. Νιώθω τύψεις γι' αυτό που κάνω, αλλά, κ. Βαρουφάκη, αυτήν τη δουλειά βρήκα με το πτυχίο του τμήματός μας. Άλλα όνειρα είχα, αλλά τι να κάνω, δόξα τω Θεώ λέω».
Είπαμε κι άλλα, αφού τον καθησύχασα ότι όχι μόνο δεν τον κακίζω αλλά και ότι του συνιστώ, σε χαλεπούς καιρούς σαν τους τωρινούς, να κρατήσει τη δουλειά του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα πείσει τον εαυτό του πως το έργο που επιτελεί στο γραφείο Tύπου της τράπεζας είναι... καλόν, αγαθόν και θεάρεστον. Πριν κλείσουμε, τον ρώτησα: «Τουλάχιστον, πληρώνεσαι καλά;». Μου απαντά: «Επτακόσια το μήνα, μείον το ΤΕΒΕ, καθώς μας έχουν εδώ, υποχρεωτικά, με δελτίο παροχής». Για αρκετή ώρα με κατέλαβε μια περίεργη θλίψη. Θλίψη που ένας νέος άνθρωπος, από εκείνους που συναντούσα δύο φορές την εβδομάδα στο αμφιθέατρο της Σίνα, και που έκανα ό,τι μπορούσα να του μεταφέρω τη μαγεία της οικονομικής ανάλυσης, αναγκαζόταν να αρνηθεί ότι με είχε ποτέ καθηγητή.
Μακάρι να έλεγε «τον είχα κι ήταν άθλιος» ή «η επιστημονική του κατάρτιση ήταν της πλάκας». Όσο και να με στενοχωρούσε μια τέτοια αρνητική κρίση φοιτητή μου, θα εμπεριείχε ένα συστατικό ελεύθερης έκφρασης, προσωπικής κρίσης, ακόμα και μια προσπάθεια να εξαργυρώσει σ' ένα επαγγελματικό περιβάλλον εχθρικό προς εμένα το γεγονός ότι έτυχε να με γνωρίσει στο πανεπιστήμιο. Το ότι δαγκώθηκε, όμως, και αρνήθηκε ότι με είχε καθηγητή του για να μη χρειαστεί να πει αρνητικά πράγματα για μένα ή, ακόμα χειρότερα, ότι πιέστηκε να δώσει «στοιχεία και υλικό» στον προϊστάμενό του, αυτό με διαπέρασε ως δόρυ πύρινης θλίψης.
Το περιστατικό αυτό, πέραν των όσων καταμαρτυρεί για την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου και της δημοκρατίας στην Ελλάδα της Κρίσης, έχει γενικότερα διδάγματα για την οικουμένη ολόκληρη. Τείνουμε να θεωρούμε ότι το Διαδίκτυο εκδημοκρατίζει την κοινωνία και υπόσχεται νέες μορφές ηλεκτρονικής δημοκρατίας (ένα από τα αγαπημένα πρότζεκτ του Γιώργου Παπανδρέου, όπως καλά γνωρίζουν οι συνεργάτες του). Είναι αλήθεια ότι το Διαδίκτυο δίνει βήμα στον καθένα μας και διαχέει την πληροφορία και την άποψη σε όλες τις γωνιές της Γης με ταχύτητα φωτός. Όμως, αυτό δεν ενισχύει μόνο τη δημοκρατία. Ενισχύει, παράλληλα, και τους ισχυρότατους εχθρούς της. Όταν τα οργανωμένα συμφέροντα νιώσουν να απειλούνται, έχουν τους πόρους να «απαγάγουν» το Διαδίκτυο, στέλνοντας στα ουράνια αυτό που οι μηχανικοί ονομάζουν «λόγο θορύβου-σήματος». Όπως οι χάκερ βομβαρδίζουν έναν ιστοτόπο με αιτήσεις πρόσβασης, έως ότου τον βγάλουν νοκ άουτ, έτσι και τα τρολ καταποντίζουν τον δημόσιο διάλογο σε βούρκο κόπρου, έως ότου όλα φαίνονται καφέ και τίποτα δεν ξεχωρίζει ως αληθινό. Στην χώρα μας, όπου η εργασία έχει γίνει φτηνή και παρέχεται ευτελώς με δελτίο παροχής, ο κίνδυνος για τη δημοκρατία είναι μεγαλύτερος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου