Κυριακή 3 Ιουλίου 2011

Οι μεγάλες πέτρες και τα ευτελή υλικά.



[…]Ό ταπεινός φρουρός της αγέλαστης πέτρας, Παναγιώτης Φαρμάκης, περπάτησε αδιάκοπα ανάμεσα στις δύο θάλασσες του ελληνισμού, αναζητώντας σαν τ' αγρίμι τις «μεγάλες πέτρες». Και τις κουβάλησε μέσα απ’ τα σκουπίδια και την απαξία του νέου ελληνισμού, βουβά, σταθερά κι άλαφροΐσκιωτα, ως το σύγχρονο λιμάνι τους. Η φωτογραφία του είναι το μόνο ίχνος από μια ζωή βαθιάς σιωπής, αγωνίας και τιμής. Έχοντας αποδώσει τον όβολό του -αρχαίο και νέο χρέος- , έφυγε το ίδιο αθόρυβα, όπως οι σκιές του Κάτω Κόσμου.
Κοιμήθηκε σ' ένα μικρό κοιμητήρι, μακριά από την ιερή Ελευσίνα, κάπου έξω από την τραγική Θήβα. Μακριά από τη «σύγχρονη θλίψη», στον απόηχο του βρόντου των τειχών της Ιεριχούς.
(Δεν είπε, έτσι, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από τους διδασκάλους του γένους.) 
Κ. Χ.
Μικρό σημείωμα για τη φωτογραφία τον εξωφύλλου-του βιβλίου του Δημήτρη Χατζή- από την ταινία Αγέλαστος πέτρα του Φίλιππου Κουτσαφτή।[…] 

***


Αυτά διαβάζω στον πρόλογο του βιβλίου του Δημήτρη Χατζή, ο οποίος, σε ολόκληρη τη ζωή του, αναζητούσε το πρόσωπο του Νέου Ελληνισμού. Στο έργο αυτό ο Δημήτρης Χατζής επένδυσε ανυπολόγιστο χρόνο, πνευματικές δυνάμεις αλλά και προσδοκίες για τη συμβολή του στη νεοελληνική αυτοσυνειδησία, στην ενίσχυση της νεοελληνικής ιστορικής συνείδησης.

Οι μεγάλες πέτρες αρμόζουν μεταξύ τους.
***

H Αγέλαστος Πέτρα έχει γραφτεί πως είναι ένα μνημόσυνο ή όπως μου είπε
ο φίλος Θ. :«μου μετέφερε μια μελαγχολική διάθεση». Δεν συμφωνώ. Ο Κουτσαφτής τελεί κομμάτια μιας λειτουργίας. Η λειτουργία είναι πάντοτε Αναστάσιμη.

Τα πρόσωπα του έργου του, τα προσκομίζει όπως προσκομίζει ο ιερέας ξύνοντας προσεκτικά το πρόσφορο, και ονοματίζοντας ένα ένα, τα ψίχουλα (ευτελή υλικά) με τ’ ονομά τους…και «ων τα ονόματα εμνημονεύσαμεν εν τη θεία και ιερά προθέσει ζώντων τε και τεθνεώτων», ετοιμαζοντάς τα, για την Μεγάλη Είσοδο. Εκεί όπου οι ζωές όλων μας, όπως τις ζήσαμε αλλά και όπως τις ονειρευτήκαμε, γίνονται Τίμια Δώρα, και προσφέρονται επ’ ελπίδι ζωής αιωνίου. Ο Κουτσαφτής μετατρέπει το σαλό ψίχουλο, Παναγιώτη Φαρμάκη, σε γαϊδουράκι πάνω στο οποίο κανένα πάθος δεν κάθισε, και γι’ αυτό αξιώνεται να μεταφέρει τον Βασιλέα της Δόξης.

Να ζητήσω συγγνώμη απ’ τους προγόνους… μνημονεύοντάς τους.
Ούτω πιστεύσας έδραμον, ούτω θαρρήσας ήλθον .

http://xoirovoskos.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου