Στο προηγούμενο φύλλο της «Ρ», με αφορμή τα επαπειλούμενα μέτρα αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, που η κυβέρνηση Παπανδρέου υποχρεώθηκε τελικά να πάρει μόλις πριν λίγες μέρες, διατυπώναμε τη βάσιμη υποψία ότι μαζί με την εθνική οικονομία δείχνει να τρεκλίζει και ο «ευρωπαϊσμός» ως η πλέον συνεκτική στρατηγική επιλογή των αρχουσών ελίτ από το '74 και μετά. Η Κομισιόν, ήδη, εγκρίνοντας το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης(!) της ελληνικής κυβέρνησης, προανήγγειλε νέα αυστηρότερα μέτρα και βεβαίωσε ότι θα παρακολουθεί σε μηνιαία βάση την εξέλιξη και τα επιτεύγματα του Προγράμματος, για να συνεχίσει η Ελλάδα να ελπίζει σε κοινοτική ενίσχυση που θα αποτρέψει μια προ των πυλών χρεοκοπία της. Πρακτικά, η οικονομική και εισοδηματική πολιτική έχει πλέον εκχωρηθεί στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών και ο Παπανδρέου θα περιοριστεί στο ρόλο των ευχολογίων και των ...;τηλεοπτικών διαγγελμάτων.

Αίφνης, η «Ευρώπη» από απάνεμο λιμάνι (των ελληνικών ελίτ) μετατρέπεται σε φουρτουνιασμένο κάβο. Είναι διασκεδαστικό και ταυτόχρονα εξοργιστικό να παρακολουθεί κανείς τις εκσυγχρονιστικές και ευρωπαϊστικές γραφίδες αυτές τις μέρες. Με εξαίρεση τους γνωστούς σεσημασμένους, οι οποίοι σχεδόν από το '85 γράφουν τα ίδια και τα ίδια για «συντεχνίες», «τεμπέληδες εργαζόμενους», «φασίστες αγρότες», «κρατισμό», κλπ και άρα «καλά να πάθουμε» που δεν εφαρμόσαμε κι εμείς όταν έπρεπε τα θατσερικά δόγματα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι υπόλοιποι θιασώτες του ευρωπαϊσμού. Με απίστευτη ξετσιπωσιά δεν διστάζουν να γράφουν για «τευτονική σκληρότητα», «βορειοευρωπαϊκό κυνισμό», «δοκιμασία της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης(!)», «μανδαρίνους των Βρυξελλών», «κερδοσκόπους του Σίτυ», «γερμανική εκμετάλλευση», κλπ, μόνο πως είμαστε «έθνος ανάδελφον» δεν έχουν γράψει! Ποιοί; Αυτοί που μέχρι σήμερα χλεύαζαν ως «καθυστερημένο», όποιον ασκούσε κριτική στα ευρωπαϊστικά «ιδεώδη», που απέδιδαν την υποτιμητική κατηγορία του «εθνοκεντρισμού» σε όποιον τολμούσε να μιλήσει για μια αυτόνομη πορεία της χώρας με γνώμονα την εθνική της ανεξαρτησία. Οι ίδιοι που μας κουνούσαν δασκαλίστικα το δάκτυλο κάτω από τη μύτη για να μας ενημερώσουν πως «τώρα είμαστε Ευρώπη, δεν έχουν νόημα τα σύνορα» και λοιπά φληναφήματα.


 Συμπεριφερόμενοι σαν παραζαλισμένα κοτόπουλα όλοι αυτοί που αποτελούσαν τα προκεχωρημένα φυλάκια του «εκσυγχρονισμού» και του «ευρωπαϊσμού» στο χώρο των ΜΜΕ και της διανόησης, αποτελούν τον καλύτερο δείκτη του σοκ που έχει υποστεί ένα μεγάλο τμήμα των ελίτ από το ράγισμα του «ευρωπαϊκού ονείρου». Μπορούμε βάσιμα να υποστηρίξουμε ότι, ανάλογα με την (κατ' ουσίαν απρόβλεπτη) εξέλιξη στο ζήτημα της ευρωπαϊκής στήριξης στην προσπάθεια αποφυγής της εθνικής χρεοκοπίας και την σκληρότητα των μέτρων που θα μας επιβάλλουν οι Ευρωπαίοι «φίλοι» μας, ο σημερινός κλυδωνισμός της συναίνεσης στην «ευρωπαϊκή προοπτική» θα πάρει χαρακτήρα κατάρρευσης σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα που θα πέσουν θύματα της απάνθρωπης πολιτικής «σταθεροποίησης».

Ας μην γελιόμαστε, τα δύο μεγάλα «εκσυγχρονιστικά» εγχειρήματα των αρχουσών ελίτ, του γέρου Καραμανλή για ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ και του Σημίτη για ένταξη στην ΟΝΕ, τα οποία έθεταν σαν κεντρική και μοναδική προοπτική της χώρας την ευρωπαϊκή διέξοδο, κατέκτησαν συντριπτική πολιτική αλλά κυρίως κοινωνική συναίνεση. Συναίνεση που σε συγκεκριμένες στιγμές έδειχνε να παίρνει μορφή συλλογικής αυταπάτης. Και η κατάρρευση των αυταπατών είναι κατ' αρχήν μια θετική εξέλιξη από μόνη της.

Για παράδειγμα, θα δυσκολευτεί κανείς σήμερα να βρει ένα στοιχειωδώς σοβαρό αναλυτή, όσο «εκσυγχρονιστής» κι αν είναι, που να μην παραδέχεται πως:

 3 Η ακμάζουσα ελληνική βιομηχανία της δεκαετίας του '70 κατέρρευσε μέσα σε ελάχιστα χρόνια από την είσοδο στην ΕΟΚ καθώς δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τις τεχνολογικά και παραγωγικά προηγμένες χώρες του ευρωπαϊκού βορρά σε συνθήκες περιορισμού των δασμών στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, άρα άρσης του προστατευτισμού.

3 Η ακμάζουσα ελληνική γεωργία, η οποία είχε καταφέρει να υποκαταστήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις εισαγωγές γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, δημιουργώντας συνθήκες παραγωγικής αυτάρκειας και παράλληλα κατείχε υψηλές επιδόσεις στον εξαγωγικό τομέα, βάλτωσε τη δεκαετία του '80 και στη συνέχεια με την κυριαρχία της παγκοσμιοποίησης και την ΚΑΠ που ευνοούσε ξεκάθαρα τη γεωργία του ευρωπαϊκού βορρά, στην κυριολεξία κατέρρευσε.

3 Με την ένταξη στο ευρώ και τη συνακόλουθη στέρηση του δικαιώματος άσκησης νομισματικής πολιτικής που θα μπορούσε σε δεδομένες στιγμές να καθιστά τα ελληνικά προϊόντα στοιχειωδώς ανταγωνιστικά, οι υπό κατάρρευση παραγωγικοί τομείς στην κυριολεξία σαρώθηκαν, δημιουργώντας πλέον συνθήκες παραγωγικής εκχέρσωσης της χώρας. Απολύτως φυσιολογικά οι εξαγωγές κατέρρευσαν, οι εισαγωγές γιγαντώθηκαν, οι ανεπτυγμένες χώρες του βορρά (κυρίως η Γερμανία) προχώρησαν σε πλιάτσικο μέσα από τις αθρόες εισαγωγές προϊόντων τους και τις εξαγορές ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα κι έτσι τα ήδη υψηλά ελλείμματα και το χρέος γιγαντώθηκαν σε απίστευτο βαθμό.

Τη συνέχεια τη βιώνουμε πια όλοι μας ...;

Οι παραπάνω παραδοχές από τη μια μεριά φέρουν μια απελευθερωτική δυναμική καθώς συντρίβουν ιδεολογήματα δεκαετιών και κυρίως τον «ευρωπαϊσμό» ως την πιο σταθερή ιδεολογική αναφορά των αρχουσών ελίτ και των «αριστερών» και «πράσινων» συνοδοιπόρων τους. Από την άλλη, ενέχουν τον κίνδυνο μιας λαϊκίστικης υποστροφής, η οποία είτε θα αθωώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση για την εγκληματική σε βάρος των λαών πολιτική της (η «ηρωική» μάχη της Ε.Ε. εναντίον των υποκινούμενων κερδοσκόπων που επιβουλεύονται το «ισχυρό ευρώ» - αποσιωπώντας τον ενεργό ρόλο που έπαιξε η Ε.Ε. στην εξαπόλυση του παγκοσμιοποιητικού κύματος και της συνακόλουθης ασυδοσίας των αγορών), είτε θα βγάζει πάλι λάδι τις ελλαδικές ελίτ από τις τεράστιες ευθύνες που φέρουν για τη σημερινή κατάσταση του τόπου (φταίνε "η κακούργα Ευρώπη", οι "κακούργοι κερδοσκόποι", κλπ).

 Ιδιαίτερα για τις τελευταίες θα πρέπει να καταστήσουμε κάτι σαφές. Η ένταξη του συστήματος-Ελλάδα στο ΕΟΚικό και αργότερα ευρωενωσιακό περιβάλλον (απείρως πιο ανταγωνιστικό, παραγωγικά και τεχνολογικά υπέρτερο, με διαφορετική κουλτούρα παραγωγής και επιχειρείν) ήταν μαθηματικά βέβαιο ότι θα πυροδοτούσε εξελίξεις στο ελληνικό παραγωγικό και οικονομικό υποσύστημα και μάλιστα προς μια συγκεκριμένη, μάλλον δυσμενή, κατεύθυνση. Το τελικό αποτέλεσμα, όμως, δεν καθορίστηκε στη βάση κάποιας νομοτέλειας.

Το αποτέλεσμα προέκυψε ξεκάθαρα από τις στρατηγικές επιλογές των παραδοσιακά παρασιτικών και μεταπρατικών αρχουσών ελίτ και από τις μορφές του κοινωνικού ανταγωνισμού/ταξικής πάλης που αναπτύχθηκε στο εσωτερικό της Ελλάδας στη βάση αυτών των επιλογών και στις οποίες καθοριστικό ρόλο έπαιξαν η εκτεταμένη ύπαρξη μικρομεσαίων και μικροϊδιοκτητικών στρωμάτων, το υπερτροφικό κράτος, η ευρεία δημοσιοϋπαλληλοποίηση του στρώματος των μισθωτών και η έφοδος νέων υποκειμένων στο κοινωνικό προσκήνιο (π.χ νέοι πτυχιούχοι, νέα τζάκια, κλπ). Για παράδειγμα, οι συνέπειες από το βίαιο πέταγμα της ελληνικής βιομηχανίας στα βαθιά νερά του ενδοκοινοτικού ανταγωνισμού το '80 θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με αύξηση των επενδύσεων σε τεχνολογία αιχμής, με οργανωτική ανασυγκρότηση, με πέρασμα από προϊόντα ελαφριάς και ενδιάμεσης βιομηχανίας σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, κλπ.

Η βιομηχανική αστική τάξη, όμως, μαθημένη να πραγματοποιεί υπερκέρδη και να αναπτύσσεται σε συνθήκες δασμολογικής προστασίας, χαμηλών μεροκάματων, κρατικής βοήθειας (ιδιαίτερα στον τομέα των δανείων και της ...;καταστολής) προτίμησε μια άλλη επιλογή. Παρέδωσε τα κλειδιά των εργοστασίων στον Ανδρέα και την έκανε για Ελβετία μεριά! Για να επανακάμψει πολύ αργότερα με άλλα πρόσωπα, κράμα νέων και παλαιών τζακιών, όχι για να επενδύσει πια στην παραγωγή αλλά για να λεηλατήσει τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης και τη δημόσια περιουσία ...;

Συμπερασματικά, η πρωτοφανής κρίση στην οποία εισέρχεται η χώρα και η σταδιακή κρίση νομιμοποίησης του ευρωπαϊσμού ως της κυρίαρχης ιδεολογίας των αρχουσών ελίτ θα οδηγήσει σε κρίση και τα διάφορα ιδεολογήματα που συνδέονται μ' αυτήν (ευρωλαγνεία, εθνοαποδόμηση, «ανήκομεν εις την Δύσην», κλπ). Παράλληλα, διαμορφώνονται δύο πιθανές στρατηγικές επιβίωσης και αναπαραγωγής των συγκεκριμένων ελίτ, η μια χειρότερη από την άλλη.

Η πρώτη είναι μια φυγή προς τα μπρος. Μέσω της κατασκευής και της επίκλησης ενός «ευρωπαϊκού πατριωτισμού» σαν το απαραίτητο προπέτασμα καπνού, θα επιχειρηθεί η ολοκληρωτική παράδοση της χώρας στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, η απώλεια έστω και των ελάχιστων σημερινών ψηγμάτων αυτονομίας και η οριστική μετατροπή του ελληνικού λαού σε δουλοπάροικο των βορειοευρωπαίων αφεντάδων με αντάλλαγμα ένα κομμάτι ψωμί για μας και κάμποσα κομμάτια παντεσπάνι για τις ελίτ.

Η δεύτερη είναι η αναδίπλωση σε μια νέο-οθωμανική προοπτική. Η οικονομική, παραγωγική, πολιτική και πολιτισμική επανασύνδεση της Ελλάδας με τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο δεν θα γίνει με όρους αυτονομίας και ισοτιμίας αλλά υπαγωγής στον τούρκικο νέο-οθωμανισμό, έτσι όπως αυτός επιχειρείται να διαμορφωθεί ως το κυρίαρχο επεκτατικό δόγμα της σύγχρονης Τουρκίας μέσα από τη σύνθεση κοσμικού κράτους και Ισλάμ. Μια προοπτική που ενδεχομένως να την έβλεπαν και με καλό μάτι οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες καθώς από τη μία απαλάσσονται από διάφορα κράτη-παρίες όπως η Ελλάδα και οι βαλκανικές χώρες ενώ από την άλλη εξακολουθούν να διατηρούν τις σχέσεις τους με έναν εκτεταμένο γεωγραφικό χώρο μέσω μιας «ειδικής σχέσης» τους με την Τουρκία.

Για λόγους πληρότητας θα αναφερθεί και μια τρίτη επιλογή. Η ριζική αμφισβήτηση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας και η απόρριψη ενός μονοδιάστατου προσανατολισμού προς την Ε.Ε. (αλλά και γενικότερα τη Δύση) μέσα από τη χάραξη μιας αυτόνομης και ανεξάρτητης πολιτικής που θα επανασυνδέει την Ελλάδα με τον ιστορικό της χώρο και παράλληλα θα τη βοηθήσει να εκμεταλλευτεί όλες τις μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές των τελευταίων ετών (σταδιακή υποχώρηση της οικονομικής πρωτοκαθεδρίας της Δύσης, ανάδυση νέων γεωπολιτικών και οικονομικών παικτών, ισότιμες περιφερειακές συνεργασίες, κλπ).

 Την επιλογή αυτή δεν μπορούν όχι μόνο να την πραγματοποιήσουν αλλά ούτε καν να τη διανοηθούν οι σημερινές άρχουσες ελίτ. Ως εκ τούτου παραμένει ανοιχτή δυνατότητα για μια ανταγωνιστική προς την κυρίαρχη πολιτική, που θα στηρίζεται στα λαϊκά στρώματα και θα θέτει σαν γνώμονα τα συμφέροντά τους στην πορεία εξόδου από την καταστροφική κρίση.

Θ. Ντρίνιας
αναδημοσίευση από την 15μερη εφημερίδα "Ρήξη" (φ. 60, 6/2/2010)